Ολυμπιακός και Μπαρτζώκας υπό πίεση: Εξισορρόπηση ροτέισον, διαχείριση προσδοκιών και αναζήτηση σταθερότητας
Ο προπονητής του Ολυμπιακού, Γιώργος Μπαρτζώκας, βρίσκεται πλέον αντιμέτωπος με μία από τις δυσκολότερες προκλήσεις της θητείας του — να βρει τη σωστή ισορροπία ανάμεσα στη διατήρηση της ομαδικής αρμονίας και στην αναζωπύρωση του κινήτρου παικτών που βρίσκονται στα όρια του ροτέισον. Ταυτόχρονα, καλείται να προσφέρει σε βασικά στελέχη όπως ο Σάσα Βεζένκοφ και ο Εβάν Φουρνιέ τον ψυχικό χώρο που χρειάζονται για να ξαναβρούν τον ρυθμό και την αυτοπεποίθησή τους μετά από ένα δύσκολο ξεκίνημα στη σεζόν.
Η αποτυχία σε έναν μεγάλο αθλητικό οργανισμό δεν είναι ποτέ ένα μεμονωμένο γεγονός· παραμένει, βαραίνει και γίνεται πιο έντονη με κάθε νέο πισωγύρισμα. Είτε το παραδέχονται είτε όχι μέσα και έξω από τον σύλλογο, αυτή η αίσθηση της απογοήτευσης πλανάται στην ατμόσφαιρα. Ο σημερινός μπασκετικός Ολυμπιακός θυμίζει σε μεγάλο βαθμό τον ποδοσφαιρικό Παναθηναϊκό — δύο ομάδες που ζουν κάτω από το βάρος ανεκπλήρωτων προσδοκιών. Για τον Ολυμπιακό, μέχρι να επιστρέψει το τρόπαιο της EuroLeague στον Πειραιά, η σκιά της αποτυχίας θα συνεχίσει να αιωρείται.
Για τον Μπαρτζώκα και τους βασικούς του παίκτες — Παπαπέτρου, Γουόκαπ, Βεζένκοφ, Πίτερς, ΜακΚίσικ, Λαρεντζάκη και Μιλουτίνοφ — αυτό το αφήγημα είναι ιδιαίτερα βαρύ. Έχουν κουβαλήσει το φορτίο επαναλαμβανόμενων αποτυχιών, κάθε σεζόν ενισχύοντας μια ανεπιθύμητη ταμπέλα που γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο να αποτινάξουν: αυτή της ομάδας που «λυγίζει» όταν κρίνεται το παν. Όσο συνεχίζεται η ξηρασία τίτλων, τόσο περισσότερο αυτή η αντίληψη εξαπλώνεται — ακόμα και στους νεοαποκτηθέντες παίκτες.
Η φετινή χρονιά ήταν εξαρχής προορισμένη να φέρει αυστηρή κριτική και σκεπτικισμό. Με κάθε ήττα — ή ακόμη και με κάθε νίκη χωρίς πειστική εμφάνιση — η κριτική είναι άμεση και αδυσώπητη. Οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού, πολλοί από τους οποίους εξακολουθούν να στηρίζουν τον Μπαρτζώκα, δείχνουν να έχουν χάσει την υπομονή τους. Η απαίτησή τους είναι ξεκάθαρη: αποτελέσματα και, τελικά, το τρόπαιο της EuroLeague. Όμως αυτή η προσδοκία είναι παράλογη σε αυτή τη φάση. Βρισκόμαστε μόλις στις 30 Οκτωβρίου και απομένουν ακόμη 31 αγώνες κανονικής διάρκειας στη EuroLeague. Κανένας προπονητής δεν μπορεί να επιταχύνει τον χρόνο ή να παρακάμψει τη μακρά και απαιτητική διαδρομή που οδηγεί στην κορυφαία στιγμή του Μαΐου.
Ωστόσο, το βάρος της προσμονής είναι υπαρκτό. Όπως ο Παναθηναϊκός βιώνει τεράστια πίεση στο ποδόσφαιρο, έτσι και ο Ολυμπιακός καλείται να ζήσει με τον συνεχή «θόρυβο» που ακολουθεί κάθε ήττα. Αυτή η ένταση, με τον καιρό, μπορεί να επηρεάσει ακόμη και τους παίκτες πριν καν αρχίσει ένας αγώνας. Η αστάθεια στην περιφέρεια, σε συνδυασμό με την παρατεταμένη απουσία του Κίναν Έβανς και την αποτυχία του συλλόγου να αποκτήσει τον σκόρερ που ζητά ο κόσμος, εντείνουν τη δυσαρέσκεια.
Σε όσους προτρέπουν τον Μπαρτζώκα να «κάνει μεταγραφή αμέσως και να σταματήσει να είναι πεισματάρης», η πραγματικότητα είναι πιο περίπλοκη. Κανείς εκτός ομάδας δεν γνωρίζει αν ο Ολυμπιακός ήδη κινείται διακριτικά στην αγορά. Ωστόσο, μια μεταγραφή απλώς για τις εντυπώσεις δεν έχει κανένα νόημα. Η ομάδα δεν χρειάζεται άλλον γκαρντ τύπου Γουόκαπ ή Ντιλικίνα που δεν διαθέτει επιθετικό προφίλ. Την ίδια στιγμή, ο δυναμικός σκόρερ που ονειρεύονται οι φίλαθλοι απλώς δεν υπάρχει διαθέσιμος αυτή τη στιγμή. Δεν υπάρχει κανένας «Μάικ Τζέιμς» που περιμένει να υπογράψει στα τέλη Οκτωβρίου.
Η προσθήκη ενός παίκτη που δεν ταιριάζει στο σύστημα θα μπορούσε να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα απ’ όσα θα έλυνε. Ο Μπαρτζώκας γνωρίζει πως η εισαγωγή ενός ακόμη ονόματος σε ένα ήδη γεμάτο ρόστερ μπορεί να οδηγήσει σε σύγχυση. Ο κίνδυνος ανισορροπίας είναι πραγματικός, ειδικά όταν ήδη υπάρχουν παίκτες που παλεύουν να βρουν ρυθμό ή σταθερό χρόνο συμμετοχής. Το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζει και ο Παναθηναϊκός, με τον κίνδυνο να χαθεί το κίνητρο παικτών που μένουν εκτός ροτέισον.
Αυτή τη στιγμή, ο Ολυμπιακός διαθέτει τουλάχιστον πέντε παίκτες χωρίς ξεκάθαρο ρόλο. Η προσθήκη ενός ακόμη θα περιέπλεκε ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Η ομάδα έχει ήδη τέσσερις παίκτες ικανούς να σκοράρουν διψήφιο αριθμό πόντων, ωστόσο το ροτέισον έχει γίνει όλο και πιο δύσκολο στη διαχείριση. Στους πρόσφατους αγώνες, αρκετοί βασικοί παίκτες είχαν ελάχιστο χρόνο συμμετοχής: ο Σάιμπεν Λι δεν αγωνίστηκε καθόλου, ο Πίτερς έπαιξε λιγότερο από έξι λεπτά, ο Παπαπέτρου λιγότερο από ένα, ενώ ο ΜακΚίσικ μόλις επτά.
Ο ΜακΚίσικ, ειδικά, έχει σχεδόν εξαφανιστεί από τη EuroLeague, ενώ μερικές φορές μένει εκτός αποστολής και στους αγώνες πρωταθλήματος λόγω του ορίου ξένων παικτών. Παράλληλα, ο Εβάν Φουρνιέ — ο δεύτερος πιο παραγωγικός παίκτης της περσινής σεζόν μετά τον Βεζένκοφ — φαίνεται ακόμη μακριά από τον καλό του εαυτό. Ο τραυματισμός του έχει επηρεάσει εμφανώς τον ρυθμό του, ενώ η αναγέννηση του Τάιλερ Ντόρσεϊ έχει περιπλέξει περαιτέρω τη θέση του.
Μία ομάδα δεν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά όταν τρεις παίκτες ζητούν από 20 προσπάθειες ο καθένας σε κάθε αγώνα. Κάποιος αναπόφευκτα θα μείνει ανικανοποίητος. Ο Παναθηναϊκός αντιμετωπίζει παρόμοιο δίλημμα, το οποίο ίσως ενταθεί με την πλήρη επιστροφή του Ματίας Λεσόρ.
Για τον Ολυμπιακό, η εξαιρετική φόρμα του Ντόρσεϊ κάνει ακόμη πιο δύσκολο για τον Φουρνιέ να επανέλθει στα νούμερα της κορυφαίας του περιόδου. Και αν προστεθεί ακόμη ένας σκόρερ, η κατάσταση μπορεί να γίνει μη διαχειρίσιμη. Τότε η ομάδα θα διαθέτει τέσσερις παίκτες (Ντόρσεϊ, Φουρνιέ, Βεζένκοφ, Πίτερς) των οποίων το παιχνίδι εξαρτάται από τον όγκο των επιθέσεων. Μια τέτοια ανισορροπία θα διαταράξει τη χημεία και θα μειώσει την αποτελεσματικότητα όλων.
Η ιστορία έχει ήδη δείξει τον κίνδυνο: ο Σάιμπεν Λι πέρυσι ήρθε με την προσδοκία να είναι παίκτης 15 πόντων ανά αγώνα, αλλά δυσκολεύτηκε όταν ο χρόνος συμμετοχής και οι επιθέσεις περιορίστηκαν. Το μπάσκετ δεν είναι μηχανικό άθλημα — στηρίζεται στον ρυθμό και στην αυτοπεποίθηση του παίκτη. Ένας παίκτης που αποδίδει σε 20 λεπτά μπορεί εύκολα να καταρρεύσει αν περιοριστεί στα 10.
Η λύση για τον Ολυμπιακό δεν είναι οι βιαστικές κινήσεις ή οι αντιδράσεις πανικού, αλλά η σταθερότητα, η υπομονή και η εσωτερική προσαρμογή. Αν οι φίλαθλοι συνεχίσουν να επιτίθενται στον Μπαρτζώκα μετά από κάθε ήττα, η συλλογική ψυχολογία της ομάδας θα διαλυθεί ακόμη περισσότερο. Ένα σερί πέντε ή έξι νικών θα μπορούσε να μειώσει προσωρινά την ένταση, αλλά δεν θα εξαλείψει εντελώς τις αμφιβολίες που συνοδεύουν τις φιλοδοξίες της ομάδας στη EuroLeague.
Εν τέλει, ο ρόλος του Μπαρτζώκα υπερβαίνει την τακτική. Οφείλει να διαχειριστεί προσωπικότητες, κίνητρα και την ψυχολογία του συνόλου — ένα έργο πολύ πιο σύνθετο απ’ όσο φαίνεται στους θεατές. Πρέπει να πείσει κάθε παίκτη, ακόμη κι εκείνον που παίζει 10 ή 15 λεπτά στους αγώνες του ελληνικού πρωταθλήματος, να παραμείνει συγκεντρωμένος και πρόθυμος να προσφέρει.
Η απαίτηση της EuroLeague για έξι Έλληνες στο ρόστερ περιπλέκει ακόμη περισσότερο κάθε πιθανή μεταγραφή. Η προσθήκη ενός ακόμη ξένου γκαρντ θα σήμαινε τον αποκλεισμό κάποιου άλλου, προκαλώντας περαιτέρω τριβές. Επιπλέον, με τον Κίναν Έβανς να αναμένεται να επιστρέψει σε περίπου δέκα ημέρες, η χρονική στιγμή για οποιαδήποτε μεταγραφή θα ήταν αμφισβητήσιμη. Αν ο Έβανς βρει ρυθμό και προσφέρει 8–10 πόντους με 4–5 ασίστ ανά αγώνα, κάθε νέα προσθήκη θα καταστεί άμεσα περιττή — και η επένδυση του συλλόγου θα χαθεί άσκοπα.
Το κλίμα γύρω από τον Ολυμπιακό αυτή τη στιγμή είναι τοξικό. Το βάρος των προσδοκιών, η ανυπομονησία των φιλάθλων και η εξονυχιστική κριτική σε κάθε εμφάνιση δημιουργούν ένα ανήσυχο περιβάλλον. Με ένα κρίσιμο παιχνίδι EuroLeague απέναντι στη Χάποελ να πλησιάζει, ο Μπαρτζώκας καλείται να δώσει μια μεγάλη απάντηση — όχι μόνο στο αγωνιστικό κομμάτι, αλλά και στη διατήρηση της ενότητας, της ψυχικής ισορροπίας και της πίστης της ομάδας στη μακρά διαδρομή που απομένει.
Ο Ολυμπιακός δεν μπορεί να «πατήσει το κουμπί» και να βρεθεί στη στιγμή του Final Four. Όμως ο προπονητής του γνωρίζει καλά ότι μόνο με ισορροπία, πειθαρχία και εμπιστοσύνη στο σύνολο μπορεί η ομάδα να ελπίζει ότι θα φτάσει εκεί.


